χαΐνης

χαΐνης
Ονομασία που έδιναν οι Τούρκοι της Κρήτης στους Κλέφτες του νησιού. Οι χ., από τον πρώτο κιόλας χρόνο της τουρκικής κυριαρχίας (1669), ζούσαν στα απρόσιτα κρητικά βουνά, κάνοντας συνεχώς αιφνιδιαστικές επιθέσεις εναντίον των κατακτητών. Στη Κρήτη δεν αναγνωρίστηκαν ποτέ από τους Τούρκους αρματολοί και αρματολίκια, όπως στην υπόλοιπη Ελλάδα, και κυρίως στη Μακεδονία, στην Ήπειρο, στη Στερεά Ελλάδα και στην Πελοπόννησο.
* * *
ο, Ν
1. στον πληθ. οι χαΐνηδες
(κατά την τουρκοκρατία στην Κρήτη) α) Έλληνες που, εγκαταλείποντας τα χωριά τους, κατέφευγαν στα βενετοκρατούμενα ακόμη φρούρια τής Σούδας, τής Σπιναλόγκας και τής Γραμβούσας και συνέχιζαν τη δράση τους λεηλατώντας τουρκικές εστίες
β) Έλληνες, που, για να αποφύγουν τις τουρκικές βιαιοπραγίες και καταπιέσεις, κατέφευγαν στα κρητικά βουνά και δρούσαν ομαδικά ή μεμονωμένα εναντίον τών Τούρκων
2) ειρων. οκνηρός, ακαμάτης, τεμπέλης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. hain «προδότης»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Chainides — Chainides, 2008 Background information Origin Crete Genres Folk …   Wikipedia

  • Χαϊνόσπηλιο — Ιστορικό σπήλαιο της Κρήτης, καταφύγιο των χαΐνηδων σε περιόδους μεγάλου κινδύνου. Στην επανάσταση του 1868 κρύφτηκαν στο X. μέλη της προσωρινής κυβέρνησης του νησιού. Οι Τούρκοι κατόρθωσαν να τους συλλάβουν και έσφαξαν τους περισσότερους. Bλ. λ …   Dictionary of Greek

  • hain — HAÍN, Ă, haini, e, adj. 1. Rău la inimă, fără milă, crud, hapsân, câinos. 2. (înv.) Trădător, sperjur, necredincios. – Din tc. hain. Trimis de gall, 13.09.2007. Sursa: DEX 98  Hain ≠ milos, milostiv Trimis de siveco, 16.12.2008. Sursa: Antonime… …   Dicționar Român

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”